- μεγιστοάνασσα
- μεγιστοάνασσα, ἡ (Α)(προσωνυμία τής Ήρας) η πρώτη ανάμεσα στις βασίλισσες, η μεγαλύτερη από τις βασίλισσες («μεγιστοάνασσα κέλευσε χρυσόπεπλος Ἥρα», Βακχυλ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < μεγίστη + ἄνασσα (πρβλ. ευρυ-άνασσα, υμνο-άνασσα)].
Dictionary of Greek. 2013.